Ζούμε σε «σπάταλα» κτίρια και το πληρώνουμε ακριβά

σπάταλα κτίρια

Τα «σπάταλα» κτίρια κυριαρχούν στη χώρα μας, δεδομένου ότι το 55% των περίπου 5,5 εκατ. οικοδομών έχει κατασκευαστεί πριν από το 1980, χρονιά που τέθηκε σε εφαρμογή ο πρώτος κανονισμός θερμομόνωσης του εξωτερικού κελύφους των κτιρίων, μέτρο που συμβάλλει αποφασιστικά στην εξοικονόμηση ενέργειας.

Το 40% της ενέργειας στην Ε.Ε. καταναλώνεται στον κτιριακό τομέα, ο οποίος με τη σειρά του συμβάλλει στην «παραγωγή» του 45% των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου.

Αλλά και το 29% των κτιρίων που έχει κατασκευαστεί από το 1981 έως το 2000 δεν παρουσιάζει αισθητά βελτιωμένη ενεργειακή συμπεριφορά, γιατί δεν είχαν τεθεί σε εφαρμογή οι σημερινές, πολύ βελτιωμένες προδιαγραφές.

Υπολογίζεται ότι μόνο το 18% των κατοικιών στην Ελλάδα διαθέτει κουφώματα με διπλά τζάμια και περίπου το 40% έχει εξωτερικούς τοίχους θωρακισμένους με κατάλληλα μονωτικά υλικά, ενώ η κατάσταση είναι πολύ χειρότερη στις λαϊκές γειτονιές κάνοντας ακόμα πιο έντονα τα προβλήματα των νοικοκυριών να καλύψουν τις ανάγκες θέρμανσης και ψύξης.

Τα εναλλακτικά καύσιμα καλύπτουν λιγότερο από το 20% των αναγκών θέρμανσης των νοικοκυριών. Παρά τα ισχυρά κίνητρα που εφαρμόζονται τα τελευταία χρόνια και τις μειωμένες κατά 30% σε σχέση με το πετρέλαιο τιμές, το φυσικό αέριο χρησιμοποιείται μόνον από το 13,46% των πολυκατοικιών και μόλις από το 1,61% των μονοκατοικιών.

Το 61,3% εξακολουθεί να χρησιμοποιεί πετρέλαιο και το 25,7% πανάκριβη ηλεκτρική ενέργεια, με ό,τι αυτό σημαίνει για το περιβαλλοντικό αποτύπωμα της χώρας.

Εχει ενδιαφέρον ότι τις χειρότερες, για το περιβάλλον αλλά και την εθνική οικονομία, λύσεις ακολουθούν τα δημόσια κτίρια, όπου τα κλιματιστικά δουλεύουν στο φουλ σε ετήσια βάση!

Ελάχιστα βήματα έχουν γίνει ώστε ο δημόσιος τομέας, με τα χιλιάδες σχολεία, νοσοκομεία και γραφεία, να δώσει το καλό παράδειγμα καλής ενεργειακής συμπεριφοράς…

Το 2011, κάτω από την απειλή παραπομπής της χώρας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, έγινε το πρώτο βήμα για την ενεργειακή ταξινόμηση των ιδιωτικών κτιρίων.

Το σχετικό πιστοποιητικό στην αρχή ήταν υποχρεωτικό για όλες τις μεταβιβάσεις ακινήτων (αγοραπωλησίες, γονικές παροχές κ.λπ.). Από τον Ιανουάριο του 2014 επεκτάθηκε σε ενοικιάσεις ακινήτων με εμβαδόν κάτω των 50 τετραγωνικών και δύο χρόνια αργότερα έγινε υποχρεωτικό για όλες τις νέες μισθώσεις.

Από το 1,17 εκατ. πιστοποιητικά που είχαν εκδοθεί από το 2011 ώς τον Ιανουάριο του 2018, προκύπτει ότι το 65,3% των κατοικιών εντάσσεται στις χαμηλότερες ενεργειακές αποδόσεις (κατηγορίες Ε και Η).

Η μέση κατανάλωση στις μονοκατοικίες διαμορφώνεται στις 355 κιλοβατώρες ανά τετραγωνικό μέτρο, ενώ στις πολυκατοικίες η εικόνα είναι λίγο καλύτερη και περιορίζεται στις 240 κιλοβατώρες.

Με αυτήν την εικόνα εξηγείται το ενεργειακό παράδοξο: η Ελλάδα, με το μεσογειακό κλίμα, χρειάζεται διπλάσιες ποσότητες ενέργειας για θέρμανση σε σχέση με τη Δανία!

Είναι άλλο ένα στοιχείο που συνηγορεί στην εκπόνηση αξιόπιστου και συνολικού προγράμματος για να μειωθούν τα «σπάταλα» κτίρια.

Παρά τις κοινοτικές οδηγίες αλλά κυρίως το υπαρκτό πρόβλημα της υψηλής ενεργειακής κατανάλωσης στον οικιακό τομέα, το πρώτο πρόγραμμα του υπουργείου Περιβάλλοντος για τον περιορισμό της ξεκίνησε μόλις τον Φεβρουάριο του 2011, με μεγάλη καθυστέρηση σε σχέση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες.

Το «Εξοικονόμηση κατ’ οίκον Ι», όπως είχε ανακοινώσει τότε το υπουργείο Περιβάλλοντος, είχε προϋπολογισμό 470 εκατ. ευρώ από εθνικούς και κοινοτικούς πόρους, ενώ άλλα 130 εκατ. ευρώ είχαν εξασφαλιστεί από τη συμβολή των τραπεζών, αφού ήταν υποχρεωτική η λήψη δανείου για την ένταξη στο πρόγραμμα.

Με το συνολικό κονδύλι των 600 εκατ. ευρώ υπολογίστηκε ότι θα μπορούσαν να καλυφθούν παρεμβάσεις σε περίπου 60.000 ιδιοκτησίες και να εξασφαλιστούν πάνω από 11.000 θέσεις εργασίας για τους ασχολούμενους στον δοκιμαζόμενο τομέα της οικοδομής.

Η ανταπόκριση των ιδιοκτητών ήταν μεγάλη αφού υποβλήθηκαν περίπου 140.000 αιτήσεις, αλλά τελικά εντάχθηκαν στις επιδοτήσεις μόνον οι μισοί και μάλιστα μέσα από ένα «χειροκίνητο», άρα διαβλητό σύστημα.

Η εκταμίευση των κονδυλίων προχώρησε με πολύ μεγάλες καθυστερήσεις, αφού στην πράξη αποδείχτηκε ότι οι οικονομικοί πόροι που εξασφαλίστηκαν ήταν πολύ λιγότεροι και επαρκούσαν μόνο για 15.000 δικαιούχους.

Το 2016 και από τη σημερινή κυβέρνηση εξασφαλίστηκαν πρόσθετα κονδύλια και προχώρησε η χρηματοδότηση άλλων 20.000 αιτήσεων.

Τον περασμένο Μάρτιο ήρθε η πρώτη καταδίκη της χώρας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο γιατί, παρά την υποχρέωση που απορρέει από την κοινοτική οδηγία 244/2012, η Ελλάδα δεν είχε υποβάλει ώς τις 30 Ιουνίου του 2012 έκθεση με τα μέτρα που εφαρμόζει για τη μείωση της κατανάλωσης καυσίμων.

Είναι δεδομένο ότι οι Βρυξέλλες θα επανέλθουν και η διαφαινόμενη δεύτερη καταδικαστική απόφαση θα συνοδεύεται από τσουχτερό πρόστιμο.

Πηγή: efsyn.gr

Απάντηση