Μπλακ άουτ στην ενεργειακή εξοικονόμηση

H ενεργειακή αποδοτικότητα αποτελεί μια εξαιρετική ευκαιρία για την Ελλάδα, ιδιαίτερα για τα νοικοκυριά που υποφέρουν από την ενεργειακή φτώχεια, από όποια σκοπιά κι αν το δει κανείς. Βάσει των στοιχείων από τις ενεργειακές επιθεωρήσεις (2011-2013), η ενεργειακή αναβάθμιση ενός διαμερίσματος στα επίπεδα του –προβληματικού, αλλά τέτοια ώρα τέτοια λόγια– Κανονισμού Ενεργειακής Απόδοσης θα μειώσει την καταναλισκόμενη ενέργεια, και άρα τα σχετικά έξοδα, των ενοίκων του κατά 56%. Το ποσοστό αυτό για τις μονοκατοικίες είναι ακόμα μεγαλύτερο (66%).
Τα οφέλη για την εθνική οικονομία, και ιδιαίτερα τον κατασκευαστικό κλάδο, πολλαπλά. H Ελλάδα έχει ήδη καταφέρει να αντλήσει ευρωπαϊκούς πόρους για την προώθηση της ενεργειακής αποδοτικότητας, ύψους 486 εκατ. ευρώ για την περίοδο 2009-2014, ενώ υπάρχουν αρκετές ευρωπαϊκές τράπεζες, όπως η γερμανική KfW (η ίδια τράπεζα από την οποία ζητήθηκε να στηρίξει την κατασκευή της νέας λιγνιτικής μονάδας Πτολεμαΐδα V), που προτίθενται να χρηματοδοτήσουν προγράμματα αναβάθμισης των ελληνικών κτιρίων. Επιπλέον, η υλοποίηση φιλόδοξων πολιτικών ενεργειακής αποδοτικότητας εκτιμάται πως θα δημιουργήσει περίπου 200.000 θέσεις απασχόλησης έως το 2020 –ήδη, μόνο από την εφαρμογή του προγράμματος «Εξοικονόμηση κατ’ οίκον» δημιουργούνται ετησίως 2.500 νέες θέσεις εργασίας. Σε αυτά τα οφέλη πρέπει να προσθέσει κανείς τη μείωση της εξάρτησης από εισαγόμενα καύσιμα, την προστασία των καταναλωτών από τις κυμαινόμενες τιμές πετρελαίου και φυσικού αερίου, την εξάλειψη φαινομένων όπως η αιθαλομίχλη, και τη μείωση της ανάγκης κατασκευής κεντρικών μονάδων παραγωγής ενέργειας.
Είναι λοιπόν απορίας άξια η τοποθέτηση του Υπουργού ΠΑΠΕΝ Π. Λαφαζάνη, στο άτυπο Συμβούλιο Ενέργειας της ΕΕ στη Ρίγα της Λετονίας (15/4) σύμφωνα με την οποία: “Η βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης δεν λέει απολύτως τίποτα για πολίτες και νοικοκυριά που στερούνται πλήρως ενεργειακών πόρων, αλλά ίσως και για αδύναμες οικονομίες που πιέζονται από τη στασιμότητα και την ύφεση”;
Εάν φαίνεται παράλογη αυτή η φράση, είναι ακριβώς επειδή είναι παράλογη. Ιδιαίτερα, δε, όταν εμφανίζεται σε τοποθέτηση σχετική με την αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας, τη μείωση του κόστους ενέργειας και την αντιμετώπιση της επενδυτικής άπνοιας. Το δυστύχημα είναι πως αυτό αποτελεί επίσημη θέση της ελληνικής κυβέρνησης.
Δεν θα έπρεπε, λοιπόν, η ηγεσία του Υπουργείου να βελτιώσει και να ενισχύσει τα υφιστάμενα εργαλεία της, αντί να βάζει εισοδηματικά κριτήρια στην εκμετάλλευση των ωφελειών της ενεργειακής αποδοτικότητας; Πιο συγκεκριμένα το ΥΠΑΠΕΝ θα έπρεπε:
• να ενδυναμώσει το «Εξοικονομώ κατ’ οίκον» με την παροχή κινήτρων για αποδοτικά, αλλά χαμηλού κόστους μέτρα (π.χ. αεροστεγάνωση, μόνωση σωληνώσεων, συντήρηση συστημάτων θέρμανσης),
• να επιβραβεύσει τις ριζικές ανακαινίσεις που πετυχαίνουν μείωση της κατανάλωσης τουλάχιστον κατά 75%, και να εντάξει εναλλακτικά κίνητρα (π.χ. απαλλαγή από δημοτικά τέλη, εγγυημένη ταρίφα για τις κιλοβατώρες που δεν καταναλώθηκαν),
• να βελτιώσει το μηχανισμό των ενεργειακών επιθεωρήσεων (π.χ. διαφοροποίηση μεθοδολογίας ανάλογα με την ηλικία του κτιρίου, σύνδεση πιστοποιητικών με πραγματικά στοιχεία κατανάλωσης, μεγαλύτερη διείσδυση των πιστοποιητικών στις διαδικασίες αγοραπωλησίας ακινήτων),
• να προωθήσει εναλλακτικά συστήματα ενέργειας (π.χ. συμπαραγωγή μικρής κλίμακας, γεωθερμία),
• και, πηγαίνοντας ένα βήμα πιο πέρα, να εκμεταλλευτεί στο έπακρο τις ευκαιρίες στον τομέα των έξυπνων δικτύων και των συστημάτων αποθήκευσης ενέργειας οικιακής κλίμακας.
Εάν κρίνει κανείς από τους 250.000 πολίτες που εκδήλωσαν ενδιαφέρον ένταξης στο «Εξοικονομώ κατ’ οίκον» είναι βέβαιο πως οι παραπάνω πρωτοβουλίες θα τύχουν της έμπρακτης υποστήριξης από τους έλληνες πολίτες.
Μιχάλης Προδρόμου – Σύμβουλος Ενεργειακής και Κλιματικής Πολιτικής του WWF Ελλάς.

Απάντηση