IRENA: Οι Διεθνείς Πολιτικές για την Ενεργειακή Μετάβαση Ενισχύουν την Αύξηση της Ανανεώσιμης Ισχύος

Irena-ενεργειακή μετάβαση

Οι διεθνείς πολιτικές για την ενεργειακή μετάβαση, υποστηριζόμενες από τις τεχνολογικές εξελίξεις, συνέβαλαν στην αύξηση της ισχύος των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας τα τελευταία χρόνια, αναφέρει σε πρόσφατη έκθεσή του η Διεθνής Υπηρεσία για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (IRENA).

Η Υπηρεσία συνέταξε ένα κεφάλαιο που περιέχεται στην έκθεση για το Δείκτη Παγκόσμιας Καινοτομίας (Global Innovation Index – GII) 2018, το οποίο τιτλοφορείται ‘Innovation Driving the Energy Transition’ (σ.σ. ‘Η Καινοτομία Καθοδηγεί την Ενεργειακή Μετάβαση’) και στο οποίο υπογραμμίζονται τέσσερις βασικές κατευθύνσεις που αφορούν πολιτικές στήριξης της καινοτομίας προκειμένου να ενισχυθεί η ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.

Σύμφωνα με την έκθεση, το 2017 η συνολική ηλεκτροπαραγωγική ισχύς των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας παγκοσμίως ανήλθε σε 2.179 GW, ξεπερνώντας -αν και οριακά- τα 2.000 GW της συνολικής παγκόσμιας ισχύος της ηλεκτροπαραγωγής από άνθρακα.

Κατά την τελευταία δεκαετία, η παγκόσμια ισχύς των ηλιακών φωτοβολταϊκών μονάδων αυξήθηκε από 6,1 GW σε 390 GW έως το τέλος του 2017. Η αθροιστική εγκατεστημένη αιολική ισχύς έφτασε περίπου τα 514 GW στα τέλη του ίδιου έτους.

«Σήμερα περίπου το ένα τέταρτο της ηλεκτρικής ενέργειας σε παγκόσμιο επίπεδο παράγεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας», αναφέρει η έκθεση.

Η απανθρακοποίηση του ενεργειακού τομέα αποτελεί τη ραχοκοκαλιά της τρέχουσας μετάβασης, υπογραμμίζει η έκθεση.

Ορόσημο η συμφωνία του Παρισιού για την κλιματική αλλαγή

Το Δεκέμβριο του 2015, στη Διάσκεψη του Παρισιού για το Κλίμα, τη γνωστή ως COP2, οι συμμετέχουσες χώρες συμφώνησαν να καταρτίσουν ένα σχέδιο δράσης για τη μείωση του άνθρακα στην παγκόσμια οικονομία και τον περιορισμό της αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη σε επίπεδα πολύ χαμηλότερα από 2 βαθμούς Κελσίου σε σύγκριση με τα προβιομηχανικά επίπεδα.

Περίπου τα δύο τρίτα των συνολικών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου μπορούν να αποδοθούν στην παραγωγή και χρήση ενέργειας από ορυκτά καύσιμα.

«Για να επιτύχουμε τους κλιματικούς μας στόχους, οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα που σχετίζονται με τον ενεργειακό τομέα πρέπει να μειωθούν κατά 2,6% ετησίως ή κατά 0,6 γιγατόνους ετησίως κατά μέσο όρο, διασφαλίζοντας παράλληλα ότι παράγεται επαρκής ενέργεια για να υποστηρίξει την οικονομική ανάπτυξη», σύμφωνα με την IRENA.

Η ενεργειακή μετάβαση ωφελεί και την οικονομία

Η παγκόσμια ενεργειακή μετάβαση θα μπορούσε να δημιουργήσει περίπου 6 εκατομμύρια πρόσθετες θέσεις εργασίας έως το 2050, δήλωσε η IRENA, ενώ οι απώλειες θέσεων εργασίας από τον τομέα των ορυκτών καυσίμων θα αντισταθμιστούν πλήρως από τις νέες θέσεις που θα δημιουργηθούν μόνο στον τομέα των ΑΠΕ, χωρίς να συνυπολογίζονται τα εκατομμύρια πρόσθετων θέσεων εργασίας σε συναφείς τομείς.

«Η ισχυρότερη οικονομική ανάπτυξη οφείλεται στην ολοένα αυξανόμενη επιχειρηματική αξιοποίηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και στη δυναμική των υψηλότερων επενδύσεων στον τομέα των ΑΠΕ και της ενεργειακής απόδοσης. Παράλληλα, η οικονομική αυτή ανάπτυξη ενισχύεται από τις πολιτικές υπέρ των ΑΠΕ και κυριότερα από την αύξηση των τιμών των εκπομπών άνθρακα», προσθέτει η IRENA.

Μέχρι το 2050, τα δύο τρίτα της συνολικής πρωτογενούς ενεργειακής παραγωγής πρέπει να προέρχονται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, υποστηρίζει η Υπηρεσία.

«Αυτό απαιτεί μία αύξηση του μεριδίου των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο παγκόσμιο ενεργειακό μίγμα με ρυθμό περίπου 1,4% ετησίως, αύξηση δηλαδή επτά φορές μεγαλύτερη σε σύγκριση με αυτή που έχει καταγραφεί τα τελευταία χρόνια», σημειώνει η IRENA.

Για να επιτευχθεί αυτό, η καινοτομία πρέπει να υποστηρίξει τόσο την ταχύτερη αξιοποίηση των υφιστάμενων τεχνολογιών, όσο και ανάπτυξη νέων τεχνολογιών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.

Πηγή: energia.gr

Απάντηση