Γνώρισα τον Στέλιο Κόχυλα στα μέσα της δεκαετίας του ’80 όταν ξεκίνησε τη δραστηριότητά του στη βαφή.
Εποχή δύσκολη, γιατί οι κρίσεις δεν εφευρέθηκαν το 2009, αλλά ευδοκίμησαν ιδιαίτερα τη δεκαετία του 70 πλήττοντας σε μεγάλο βαθμό τον κλάδο του αλουμινίου και της ανοδίωσης, όπου ο Στέλιος μέχρι τότε δραστηριοποιούνταν και μάλιστα μέσα από έναν αποτυχημένο και τραυματικό συνεταιρισμό.
Ο Στέλιος ξεκίνησε, όπως όλοι, τη δραστηριότητά του στη βαφή με στοιχειώδη μέσα και έχοντας δυνατότητες πολύ περιορισμένες.
Η πορεία του από εκεί μέχρι τη σημερινή AΝΑΛΚΟ ούτε εύκολη ήταν ούτε δεδομένη.
Ήταν όμως εξαιρετικά ενδιαφέρουσα για τον ίδιο αλλά όχι μόνο.
Η πορεία αυτή σημάδεψε και καθόρισε τον κλάδο της βαφής και επηρέασε βαθιά την πορεία του κλάδου του αλουμινίου στην Ελλάδα και αργότερα και στη Ρουμανία.
Ξεκίνησε χωρίς ακαδημαικές περγαμηνές και με χειρότερες προϋποθέσεις από πολλούς άλλους που ασχολήθηκαν με το ίδιο αντικείμενο και απέτυχαν, αλλά κατάφερε αυτό που κανείς άλλος δεν μπόρεσε.
Να φτιάξει ένα σύγχρονο, άρτια εξοπλισμένο, υψηλών προδιαγραφών βαφείο, ικανό να προσφέρει ποιότητα βαφής που τίποτε δεν έχει να ζηλέψει από τις πιο σύγχρονες ευρωπαϊκές μονάδες.
Το πώς το κατάφερε το ξέρουν οι άνθρωποι που έζησαν όλα αυτά τα χρόνια την υπεράνθρωπη αυτή προσπάθεια και γνώρισαν τον χαρακτήρα του και τα χαρίσματά του.
Οι υπόλοιποι τον θεωρούσαν απλά τυχερό ή έμεναν με μια αναπάντητη απορία.
Ο Στέλιος είχε μερικά καθοριστικά χαρίσματα που του έδωσαν τη στόφα του πετυχημένου επιχειρηματία.
Πέρα από την εργατικότητα και την επιμονή, σημαντικές αλλά όχι αρκετές για να εξασφαλίσουν ένα τέτοιο αποτέλεσμα, καθοριστικά στάθηκαν η διορατικότητα, η αποφασιστικότητά του στην ανάληψη ρίσκου, η ικανότητά του να οραματίζεται και να πραγματοποιεί ρεαλιστικούς στόχους.
Καθοριστική ήταν επίσης και η ικανότητά του να επιλέγει τους σωστούς συνεργάτες και να απορρίπτει ανθρώπους που δεν άξιζαν, ξεχωρίζοντας εύκολα τα ωραία λόγια και το ψέμα από την πραγματικότητα.
Ο Στέλιος αφιέρωνε πολλές ώρες σε συζητήσεις, όχι για να αποδείξει, όπως πολλοί άλλοι, ότι τα ξέρει όλα αλλά αντίθετα για να ακούσει απόψεις που θα τον βοηθούσαν να καταλήξει στα συμπεράσματα που αναζητούσε.
Ενώ βασικό στοιχείο της ζωής του ήταν η δημιουργικότητα και η πορεία προς τα μπρός, ήξερε παράλληλα πού και πότε έπρεπε να κάνει πίσω, όταν οι αντικειμενικές ή υποκειμενικές συνθήκες δεν θα του επέτρεπαν την υλοποίηση των σχεδίων του.
Ο Στέλιος παρότι έζησε μια γεμάτη προσωπική και επαγγελματική ζωή, έφυγε νωρίς αφού θα μπορούσε να προσφέρει πολλά ακόμη σε αυτό που αγάπησε, στον κλάδο της βαφής, και δυστυχώς ήταν ο μόνος που θα μπορούσε να το κάνει.
Στη μακριά του πορεία δίδαξε πολλά σε πολλούς, συνεργάτες, πελάτες, προμηθευτές, ανταγωνιστές, και πολλά από αυτά που ισχύουν σήμερα οφείλονται σε δικές του πρωτοβουλίες.
Δυστυχώς όμως παρέμεινε ο μόνος, με μια ίσως εξαίρεση στη Θεσσαλονίκη, που πίστεψε στη βαφή, επένδυσε, ρισκάρισε και πέτυχε να δημιουργήσει μια εταιρία που πραγματικά ανταποκρίνεται με τον καλύτερο τρόπο στις δύσκολες απαιτήσεις αυτής της σημαντικής δουλειάς.
Πέρα λοιπόν από την αυτονόητη δικαίωση των τεθνεώτων και την κατά συνθήκη αγιοποίησή τους που συνήθως ακολουθεί, στον Στέλιο αξίζει μια θέση στις καρδιές μας και στη μνήμη, ατομική και συλλογική, και ένας τίτλος, εκείνος του πρωτοπόρου οραματιστή που σφράγισε με την παρουσία του την εξέλιξη του κλάδου της βαφής και του αλουμινίου.
Πέφτει στους ώμους των άξιων διαδόχων του η συνέχιση αυτού του μοναδικού έργου που εύχομαι να βρει κάποια στιγμή μιμητές, μιας και η βαφή στην Ελλάδα έχει μεγάλη ανάγκη από ανθρώπους σαν τον Στέλιο.
Ανδρέας Τσιπόπουλος