Αναπνέουν τα κτίρια;

Με μια πρώτη ματιά το ερώτημα φαίνεται προβοκατόρικο! Θα δούμε όμως την πορεία αυτού του άρθρου πως δεν είναι. Και για να γίνει αυτό κατ’ αρχήν αντιληπτό, ας δώσουμε και την σωστή απάντηση προκαταβολικά:

“Όχι, τα κτίρια δεν αναπνέουν. Οι άνθρωποι αναπνέουν”.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.

Αρκετά συχνά ακούμε μηχανικούς – αρχιτέκτονες κατά κύριο λόγο – να μιλούν για “αναπνοή” των κτιρίων. Ιδιαίτερα στα πλαίσια του λεγόμενο βιοκλιματικού σχεδιασμού κτιρίων, πολλές φορές χρησιμοποιείται ο όρος “το κτιριο πρέπει να αναπνέει”. Κάποιες φορές ο όρος αυτός παρερμηνεύεται ηθελημένα η αθέλητα και καταλήγει στη λογική οτι το κτίριο λειτουργει καλύτερα μέσω του αθέλητου αερισμού, που είναι και ο σωστός επιστημονικός όρος. Κάτι τέτοιο δεν ισχύει φυσικά. Αντιθέτως ο υψηλός αθέλητος αερισμός αυξάνει σημαντικά την κατανάλωση ενέργειας του κτιρίου τόσο για θέρμανση όσο και για δροσισμό.

Τις περισσότερες φορές πάντως, όταν ο αρχιτέκτονας μιλάει για “αναπνοή κτιρίου”, αναφέρεται στον λεγόμενο “φυσικό αερισμό” του κτιρίου, δηλαδή στη συνεχή και απαραίτητη ανανέωση του εσωτερικού αέρα του κτιρίου, ώστε να υπάρχει πάντα η ικανή ποσότητα οξυγόνου στο εσωτερικό του κτιρίου, ποσότητα απαραίτητη για την άνετη διαβίωση των χρηστών. Και εδώ αρχίζει το πρόβλημα…

Υπάρχουν βασικά ερωτήματα που πρέπει να απαντηθούν με βάση τη φυσική του κτιρίου:

  1. Τι σημαίνει φυσικός αερισμός;
  2. Τι απώλεια ενέργειας δημιουργεί ο φυσικός αερισμός;
  3. Ποια είναι η αναγκαία ποσότητα φρέσκου αέρα για κάθε χρήστη;
  4. Σε πόσο χρόνο πρέπει να ανανεώνεται ο συνολικός όγκος αέρα ενός κτιρίου;
  5. Μπορεί να εξασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα του φυσικού αερισμού;

Στο πρώτο ερώτημα υπάρχει μια σημαντική “παρεξήγηση”. Η έννοια “φυσικός” (natural ventilation) παραπέμπει συνειρμικά σε κάτι πολύ καλό. Όπως λέμε π.χ. “φυσικός χυμός” ή “φυσικό νερό” ή ακόμη “φυσικός φωτισμός”. Με τη λογική αυτή ο “φυσικός αερισμός” είναι καλός, ενώ ο μηχανικός ή τεχνητός αερισμός είναι κακός. Είναι όμως έτσι; Όχι βέβαια γιατί η έννοια “φυσικό” στον αερισμό δεν ταυτίζεται με τη φύση, αλλά με την παρέμβαση ουσιαστικά του ανθρώπινου παράγοντα (είτε με το χέρι είτε μέσω ενός αυτοματισμού) στο άνοιγμα κουφωμάτων του κτιρίου ώστε να ανανεωθεί ο εσωτερικός αέρας. Ούτε η ποσότητα ούτε η ποιότητα του αέρα που θα εισέλθει στο κτίριο με το άνοιγμα κουφωμάτων δεν ταυτίζεται με το “καλό” της φύσης.

Στην πραγματικότητα δηλαδή ο λεγόμενος “φυσικός” αερισμός είναι ένας ανεξέλεγκτος αερισμός του κτιρίου μέσω χειροκίνητου ή αυτόματου ανοίγματος των κουφωμάτων, σε αντίθεση με έναν ελεγχόμενο αερισμό του κτιρίου μέσω ειδικού για αυτό το σκοπό ολοκληρωμένου συστήματος.

Στο δεύτερο ερώτημα η απάντηση είναι προφανής : κατα τις περιόδους θέρμανσης και ψύξης του κτιρίου, δηλαδή περίπου 5-6 μήνες το χρόνο, η απώλεια ειναι σημαντική και κυμαίνεται από 30-50% της αναγκης θέρμανσης ή δροσισμού του κτιρίου. Με άλλα λόγια αυτην τη χρονική περίοδο αυξάνουμε τη δαπάνη θέρμανσης η δροσισμού του κτιρίου εξαιτίας του “φυσικού αερισμού” και αυτό χωρίς να έχουμε εξασφαλίσει εγγυημένα την αναγκαία ποσότητα και ποιότητα εσωτερικού αέρα.

Το ποια είναι αυτη η αναγκαία ποσότητα αέρα είναι η απάντηση στο τρίτο ερώτημα. Σύμφωνα με τη ευρωπαϊκή νόρμα ΕΝ 13779 αυτή για την κατοικία είναι 30m3 ανά ώρα για κάθε χρήστη του κτιρίου. Αντίστοιχα για σχολεία ή ξενοδοχεία είναι 15-20 m3 την ώρα ανά άτομο κ. λπ.

Πάλι σύμφωνα με το παραπάνω ευρωπαϊκό πρότυπο ο συνολικός όγκος αέρα ενός κτιρίου πρέπει να ανανεώνεται μια φορά στο συνολο του κάθε τρεις ώρες. Με αυτόν τον τρόπο η συγκέντρωση διοξειδίου του άνθρακα μέσα στο κτίριο δεν θα ξεπερνάει τα 1000 ppm.

Στο τελευταίο ερώτημα και με βάση τις παραπάνω ελάχιστες απαιτήσεις η απάντηση είναι δυστυχώς μονοσήμαντη: Όχι, δεν μπορεί ο ανεξέλεγκτος”φυσικός” αερισμός (αθέλητος και χειροκίνητος) να εξασφαλίσει άριστη ποιότητα εσωτερικής ατμόσφαιρας στο σύγχρονο κτίριο. Γιαυτό και πρέπει να υποστηρίζεται πάντοτε από ελεγχόμενο μηχανικό αερισμό και μάλιστα με ανάκτηση ενέργειας (δηλαδή θερμότητας και υγρασίας).

Και για ένα λόγο παραπάνω: διότι ο ελλειπής φυσικός, λεγόμενος, αερισμός πέρα από την αύξησης της ανάγκης κατανάλωσης ενέργειας, δημιουργεί συχνά και ανάγκη εφύγρανσης ή κυρίως αφύγρανσης του κτιρίου. Με απλά λόγια, αν αερίσω σωστά με φυσικό αερισμό, θα χρειαστώ αυξημένη κατανάλωση ενέργειας σε θέρμανση ή δροσισμό. Αν δεν αερίσω σωστά, θα χρειαστώ ενέργεια για αφύγρανση (πράγμα που τον τελευταίο καιρό έγινε trendy).

Αν όμως αερίσω ελεγχόμενα μέσω ενός συστήματος μηχανικού αερισμού με ανάκτηση ενέργειας (ενώ παράλληλα έχω φροντίσει να έχω ένα αρκετά αεροστεγανό κτίριο) τότε κερδίζω τουλάχιστον 30% εξοικονόμηση ενέργειας, εξασφαλίζω την κορυφαία ποιότητα εσωτερικού αέρα και τέλος δεν κινδυνεύω από υγρασίες.

Σήμερα υπάρχουν στην αγορά συστήματα μηχανικού αερισμού με ανάκτηση ενέργειας για κάθε τύπο και μέγεθος κτιρίου. Ειδικά για τις κατοικίες τα συστήματα αυτά είναι μέγιστης απόδοσης που φτάνει το 90% σε ανάκτηση, ελάχιστης όχλησης που δεν ξεπερνάει το 25dB και σχεδόν μηδενικής κατανάλωσης ενέργειας που δεν ξεπερνάει τα 35Wh/m3. Όλοι δε οι κανονισμοί ενεργειακής απόδοσης κτιρίων των κρατών μελών της ΕΕ, πλην Ελλάδας, προβλέπουν τη χρήση τέτοιων συστημάτων και στις κατοικίες, ενώ παράλληλα θέτουν αυστηρά όρια αθέλητου αερισμού του κτιρίου. Ας ελπίσουμε ότι σύντομα θα το δούμε και στον Ελληνικό ΚΕΝΑΚ.

Επιστρέφοντας λοιπόν στο αρχικό μας ερώτημα και την απάντηση του, ελπίζω πλέον να είναι κατανοητό ότι: Τα κτίρια δεν αναπνέουν, οι άνθρωποι αναπνέουν. Τα κτίρια απλά θα πρέπει απο το σχεδιασμό τους να εξασφαλίζουν στους ανθρώπους που ζουν το 85% της ζωης τους σε αυτά, τις σωστές συνθήκες διαβίωσης, χωρίς να επιβαρύνουν με ρύπους το περιβάλλον.

Πηγή: eipak.org

Απάντηση