Το ενεργειακό κόστος απειλεί την ευρωπαϊκή βιομηχανία αλουμινίου σε βαθμό εξαφάνισης: Έντεκα από τα 24 χυτήρια της ΕΕ έχουν βάλει «λουκέτο» από το 2007. Θεωρούν υπαίτιο τις περιβαλλοντικές ρυθμίσεις της ηπείρου και απαιτούν ευρεία πανευρωπαϊκή στρατηγική.
Οι εργάτες στα χυτήρια αλουμινίου Alunorf της Γερμανίας αποκαλούν την γραμμή παραγωγή τους «η ψησταριά», καθώς οι θερμοκρασίες στα χυτήρια ανεβαίνουν μέχρι τους 960 βαθμούς Κελσίου, αποδεικνύοντας ότι, χωρίς αμφιβολία, η βιομηχανία αλουμινίου είναι από τις πλέον ενεργοβόρες του πλανήτη.
Σε όλη όμως την Ευρώπη, το ενεργειακό κόστος απειλεί τον κλάδο σε βαθμό εξαφάνισης: Έντεκα από τα 24 χυτήρια της Ε.Ε. έχουν διακόψει την λειτουργία τους από το 2007. Οι Ευρωπαίοι βιομήχανοι δεν έχουν καμία αμφιβολία για το ποιος «στραγγαλίζει» τις επιχειρήσεις τους: Διαμαρτύρονται εντόνως ότι οι περιβαλλοντικές ρυθμίσεις της ΕΕ καθιστούν απαγορευτικές τις τιμές ηλεκτρικού ρεύματος.
Τα «λουκέτα» θέτουν ένα θεμελιώδες ερώτημα για το κατά πόσον η ΕΕ μπορεί να συνεχίσει να έχει πρωτοποριακή δράση στην καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, αλλά παράλληλα να διαφυλάσσει την ανταγωνιστικότητα της βαριάς βιομηχανίας. Επίσης, τίθεται το ηθικό ζήτημα κατά πόσον οι πράσινες ρυθμίσεις είναι αντιπαραγωγικές, καθώς σπρώχνουν βιομηχανίες όπως τα χημικά και η μεταλλουργία σε αναπτυσσόμενες χώρες που έχουν περισσότερα περιθώρια στην μόλυνση της ατμόσφαιρας.
Η παραγωγή αλουμινίου της Ευρώπης έχει βουλιάξει σχεδόν 40% από το 2007, με κολοσσούς όπως η Alcoa και η Rio Tinto Alcan να κλείνουν μεγάλες εγκαταστάσεις.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναγνωρίζει ότι οι ρυθμίσεις έχουν ανεβάσει το κόστος παραγωγής αλουμινίου κατά 8% στην 10ετία ως το 2012. Οι εταιρίες παραγωγής ενέργειας έχουν περάσει το κόστος του χρηματιστηρίου ρύπων της ΕΕ στους καταναλωτές κι έχουν επιβάλλει πρόσθετες χρεώσεις για να καλύψουν την υποχρέωση εναλλακτικής ενέργειας. Το ηλεκτρικό ρεύμα καταλαμβάνει το 30% του κόστους παραγωγής αλουμινίου.
Ενώ τα ευρωπαϊκά χυτήρια επιβαρύνονται με πρόσθετο κόστος, η Ασία και η Μέση Ανατολή αυτοδιαφημίζονται ως εναλλακτικές λύσεις για επενδύσεις, προσφέροντας ελκυστικές συμβάσεις παροχής ρεύματος, γεγονός που αυξάνει την προοπτική «μετακόμισης» της βιομηχανίας σε περιοχές με πιο χαλαρούς περιβαλλοντικούς κανόνες.
«Η Ευρώπη στρουθοκαμηλίζει… Πετάμε τα σκουπίδια πίσω από τον φράχτη και προσποιούμαστε ότι δεν υπάρχουν,» σχολιάζει ο Roeland Baan, διευθύνων σύμβουλος Ευρώπης της Aleris, που έχει επιχειρήσεις στην Γερμανία και το Βέλγιο.
Οι παραγωγοί αλουμινίου ισχυρίζονται ότι όχι μόνο δεν συνιστούν περιβαλλοντικό πρόβλημα, αλλά και ότι βοηθούν να μειωθούν οι εκπομπές ρύπων. Η ζήτηση για αλουμίνιο εκτινάσσεται, καθώς γίνεται όλο περισσότερο το μέταλλο επιλογής των κατασκευαστών ελαφρών αυτοκινήτων και σκαφών για να μειώνεται η κατανάλωση καυσίμων. Το προτιμούν και οι οικολόγοι, γιατί είναι εύκολο στην ανακύκλωση. Ενδεικτικά πρόσφατα η Ford ανακοίνωσε ότι θα κατασκευάζει το φορτηγάκι F-150 (είναι το όχημα με τις καλύτερες πωλήσεις στην Βόρειο Αμερική τα τελευταία 32 χρόνια» εξ ολοκλήρου από αλουμίνιο.
Ο Oliver Bell της Norsk Hydro, προειδοποίησε ότι οι αραβικές χώρες θα προσελκύσουν όχι μόνο τα ευρωπαϊκά χυτήρια, αλλά και τους καταναλωτές. Για παράδειγμα, ένας βασικός λόγος που η Jaguar Land Rover θέλει να ξεκινήσει την παραγωγή στην Σαουδική Αραβία δεν είναι άλλος από τα χυτήρια της χώρας.
Επιπλέον η βιομηχανία αλουμινίου της ΕΕ εντασσόταν σε ένα ευρύτερο βιομηχανικό περιβάλλον όπου άνθισε η τεχνογνωσία σε κλάδους από την αεροναυπηγική μέχρι την συσκευασία. Αν φύγουν τα πρωτογενή χυτήρια από την ΕΕ θα ακολουθήσουν και δευτερογενείς ειδικευμένες επιχειρήσεις.
Στην Ευρώπη, η βιομηχανία αλουμινίου απασχολεί 80.000 ανθρώπους. Για την Ελλάδα που αγωνίζεται να ανακάμψει από την κρίση της ευρωζώνης, αποτελεί στρατηγικό εθνικό «πρωταθλητή».
Σε περσινή έκθεση, η Κομισιόν χαρακτήρισε «αφόρητες» τις πιέσεις στα περιθώρια κέρδους της βιομηχανίας αλουμινίου. Μέχρι στιγμής όμως, δεν υπάρχει κανένα σχέδιο για να ισοφαριστεί το ρυθμιστικό κόστος.
Σύμφωνα με το Centre for European Policy Studies, η ευρωπαϊκή βιομηχανία αλουμινίου είναι αποδοτική, με κόστος παραγωγής στα $1.600 ανά τόνο, όταν οι εταιρίες προστατευονται από το ρυθμιστικό κόστος μέσω μακροχρόνιων συμβάσεων ηλεκτροδότησης ή αυτόνομης παραγωγής ενέργειας. Αλλά οι μακροχρόνιες συμβάσεις είναι πλέον πολύ σπάνιες και το κόστος για τα ευρωπαϊκά χυτήρια στην ανοιχτή αγορά ενέργειας φτάνει τα $2.230. Συγκριτικά, στις ΗΠΑ το κόστος είναι περίπου $1.940 και στην Μ. Ανατολή $1.400. Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα των παραγωγών αλουμινίου είναι ότι οι traders καθορίζουν τις τιμές του μετάλλου (στα $2.000 περίπου αυτή την περίοδο) στο London Metal Exchange, οπότε τα εργοστάσια δεν μπορούν να περάσουν το κόστος στους καταναλωτές.
Μέχρι σήμερα, αυτό που κάνει η ΕΕ είναι να διαμαρτύρεται στις χώρες που επιδοτούν τους παραγωγούς τους. Αλλά η βιομηχανία αλουμινίου πιστεύει ότι είναι απαραίτητη μια ευρύτερη πανευρωπαϊκή στρατηγική για να αντιμετωπιστεί το κόστος που επιφέρει το χρηματιστήριο ρύπων.
Και μάλιστα, το βάρος αυτό θα αυξηθεί, καθώς στόχος της Κομισιόν είναι να αυξηθούν οι τιμές των συμβολαίων διοξειδίου του άνθρακα από τα €6 ανά τόνο στα €30 μέσα στα επόμενα χρόνια. Με τέτοιες τιμές, ο κλάδος θεωρεί ότι η ευρωπαϊκή βιομηχανία αλουμινίου θα γίνει παρελθόν.