Ο πρώτος λογαριασμός για την “ανεξάρτητη ενεργειακή πολιτική” που εφαρμόζει τους τελευταίους μήνες στον τομέα της ενέργειας η κυβέρνηση και ο αρμόδιος υπουργός Π. Λαφαζάνης, έφτασε. Ο λόγος για την απόφαση που εκδόθηκε την Παρασκευή και προβλέπει την παραπομπή της Ελλάδας στο Ευρωπαϊκό δικαστήριο καθώς απέτυχε να συμμορφωθεί στην οδηγία της ΕΕ για την ενεργειακή αποδοτικότητα. Όπως αναφέρει το κείμενο της παραπομπής η οδηγία προβλέπει τη θέσπιση στόχου εξοικονόμησης για την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου του 2014 έως την 31 Δεκεμβρίου 2020, ενώ τα κράτη μέλη, θα έπρεπε να έχουν ενσωματώσει την οδηγία στο εθνικό δίκαιο μέχρι τις 5 Ιουνίου του 2014.
Παρά το γεγονός ότι ήδη από τον περασμένο Φεβρουάριο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζήτησε από την Ελλάδα να κοινοποιήσει όλα τα μεταβατικά μέτρα για την εφαρμογή της οδηγίας για την ενεργειακή αποδοτικότητα, δε σημειώθηκε καμία πρόοδος και δεν υπήρξε καμία ανταπόκριση από την ελληνική κυβέρνηση και το υπουργείο παραγωγικής ανασυγκρότησης, περιβάλλοντος και ενέργειας.
Και όχι μόνο αυτό. Η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι και στέλνει τη χώρα στο ευρωδικαστήριο, τη στιγμή που για το ίδιο θέμα σε άλλες χώρες που επέδειξαν διάθεση συνεργασίας και συμμόρφωσης, η Επιτροπή έδωσε χρονικό περιθώριο για να ενσωματώσουν την οδηγία, φαίνεται ότι ήταν η στάση που κράτησε ο κ. Λαφαζάνης στο συμβούλιο των υπουργών ενέργειας.
Θυμίζουμε ότι στο συμβούλιο του Απριλίου στη Ρίγα ο κ. Λαφαζάνης εξαπέλυσε επίθεση εναντίον της πολιτικής της ΕΕ κάνοντας λόγο για δογματικά ισοπεδωτικές πολιτικές για την ενεργειακή απόδοση, που δε λαμβάνουν υπόψη τις ιδιαίτερες εθνικές, οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες κάθε κράτους μέλους.
Αλλά και στο τελευταίο συμβούλιο υπουργών προ 15νθημέρου, ο υπουργός επανέλαβε την επίθεση εναντίον της ενεργειακής πολιτικής της ΕΕ υποστηρίζοντας ότι δε θα πρέπει να κινείται με άξονα τις αγορές.
ΕΤΜΕΑΡ
Εκτός όμως από το θέμα της ενεργειακής αποδοτικότητας, η αδράνεια του ΥΠΑΠΕΝ φαίνεται ότι θα προκαλέσει και άλλα πλήγματα και παραπομπές της χώρας. Χαρακτηριστική είναι η υπόθεση που εκκρεμεί μετά από καταγγελία στην Ε.Ε. για τον επιμερισμό της χρέωσης του ΕΤΜΕΑΡ (πρώην τέλος ΑΠΕ) ήδη από τις 25 Ιουνίου 2014. Για το θέμα η Επιτροπή έστειλε ερωτήματα στην ελληνική κυβέρνηση τον περασμένο Νοέμβριο, που μεταξύ άλλων αφορούν και στις χρεώσεις της βιομηχανίας με το ΕΤΜΕΑΡ. Η προθεσμία για απάντηση έληξε το Δεκέμβριο αλλά δόθηκε παράταση μέχρι τέλος Φεβρουαρίου.
Σημειώνεται ότι η ΡΑΕ από την πλευρά της έχει προωθήσει στο αρμόδιο υπουργείο τις απόψεις της , που τεκμηριώνονται από αναλύσεις για το ύψος των χρεώσεων και τη συμβατότητά τους ιδίως με τις νέες Κατευθυντήριες Γραμμές για κρατικές ενισχύσεις στην ενέργεια και το περιβάλλον που ισχύουν από τον Ιούνιο του 2014 στην Ε.Ε.
Έτσι ενώ η απάντηση της Ελλάδας είναι έτοιμη από τα τέλη Φεβρουαρίου, ο Π. Λαφαζάνης την κρατά στο συρτάρι του. Θυμίζουμε ότι στις δημόσιες τοποθετήσεις του, ακόμη και στα συμβούλια υπουργών έχει απορρίψει την αρμοδιότητα της Ε.Ε. και τις ενωσιακές πολιτικές στον τομέα της ενέργειας.
Μια ακόμη εν δυνάμει ωρολογιακή βόμβα αφορά στην προσαρμογή της εθνικής νομοθεσίας για τη χρηματοδοτική στήριξη για την παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στη βιομηχανία. Βάσει των κατευθυντήριων γραμμών, η Ελλάδα έχει υποχρέωση να προετοιμάσει και να υποβάλει στην Επιτροπή το σχέδιό της έως την 1η Ιουλίου του 2015, δηλαδή μέχρι την άλλη Τετάρτη.
Εφόσον δεν τηρηθεί η προθεσμία τότε η Επιτροπή θα κινήσει διαδικασία παράβασης κατά της Ελλάδας. Σε αυτήν την περίπτωση βεβαίως το λογαριασμό για την αβελτηρία της ελληνικής κυβέρνησης θα πληρώσει η ελληνική βιομηχανία, η οποία και θα κληθεί να πληρώσει υψηλότερες χρεώσεις ΕΤΜΕΑΡ αλλά και να επιβαρυνθεί από μια πιθανή καταδικαστική απόφαση της Ε.Ε.
(Χ. Φλουδόπουλος, capital.gr, 22/6/2015)